ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 128/24)

 

4 Ιουλίου 2024

 

[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ

Εφεσείων

v.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εφεσίβλητης

 

‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑

 

Εφεσείων αυτοπροσώπως

Χ. Καραολίδου (κα) για Γενικόν Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη

 

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Ο Εφεσείων προσβάλλει την απόφαση του Κακουργοδικείου Λευκωσίας ημερ. 27.5.24, με την οποία παρέτεινε την κράτησή του μέχρι τις 11.7.24, που η υπόθεση ορίστηκε ξανά για ακρόαση. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο αντιμετωπίζει συνολικά έξι κατηγορίες, οι σοβαρότερες των οποίων αφορούν την εισαγωγή και την κατοχή κοκαΐνης βάρους 14.283 Kg επί σκοπώ προμήθειας, αδικήματα τα οποία κατ' ισχυρισμόν διεπράχθησαν από 15.2.22 έως 2.8.22.

 

        Το εφετήριο περιέχει ως μοναδικό λόγο έφεσης το ότι είναι υπερβολικός ο χρόνος κράτησης και τούτο χωρίς οποιαδήποτε αιτιολογία, ως θα έπρεπε. Παρά ταύτα όμως, λαμβάνοντας υπ' όψιν αφενός ότι ο Εφεσείων συνέταξε και χειρίζεται την έφεσή του χωρίς τη βοήθεια συνηγόρου και αφετέρου την πρακτική αδυναμία καταχώρισης τώρα αιτιολογίας λόγω της στενότητας χρόνου μέχρι την ακρόαση, δώσαμε την ευκαιρία στον ίδιο να αναπτύξει προφορικά τα όποια επιχειρήματά του ενώπιόν μας.

 

        Αγορεύοντας ο Εφεσείων, παρέδωσε και πολυσέλιδα ιδιόχειρα κείμενά του με τις γενικότερες θέσεις του για το ιστορικό της υπόθεσης και τις προσωπικές του περιστάσεις. Τόσο προφορικώς όσο και γραπτώς προβάλλει ότι για αυτή την υπόθεση είχε συλληφθεί πρώτα από τις Αρχές των Βρετανικών Βάσεων, ότι είχε παραμείνει και τότε για περίοδο τεσσάρων μηνών υπό κράτηση, καθώς και ότι δικάστηκε ήδη σε δικαστήριο των Βάσεων, οι οποίες εν πάση περιπτώσει στην πορεία δεν έχουν δώσει τα τεκμήρια της υπόθεσης στις αρμόδιες Αρχές της Δημοκρατίας ενώ περαιτέρω οι κατηγορίες κανονικά αφορούν άλλο πρόσωπο, καταζητούμενο τώρα, το οποίο με εξαπάτηση και απειλές είχε οδηγήσει τον ίδιο στον χώρο στον οποίο συνελήφθησαν, ήτοι σε περιοχή των Βάσεων, το επίμαχο βράδυ πριν τη σύλληψη και των δύο.

 

        Θα πρέπει εξαρχής να σημειώσουμε ότι όλα τα πιο πάνω ζητήματα τα είχε εγείρει ενώπιον του Κακουργοδικείου με γραπτή αίτηση των συνηγόρων του, ημερ. 10.11.23, δια της οποίας ζητείτο η διακοπή της υπό κρίση ποινικής υπόθεσης λόγω προβληθείσας κατάχρησης διαδικασίας, παραβίασης δίκαιης δίκης και έλλειψης δικαιοδοσίας του Κακουργοδικείου. Σε σχέση με το ιστορικό της υπόθεσης είχαν καταχωριστεί εκατέρωθεν ένορκες δηλώσεις, μεταξύ των οποίων και ένορκη δήλωση ανώτερου δικηγόρου του Στέμματος, προς υποστήριξη της ένστασης της Δημοκρατίας. Στην πολυσέλιδη απόφαση του Κακουργοδικείου ημερ. 22.3.24, με την οποία απέρριψε τα αιτήματα του Εφεσείοντος, τα γεγονότα αυτά καταλαμβάνουν έκταση επτά σελίδων ενώ οι νομικοί ισχυρισμοί, οι αγορεύσεις, καθώς και τα συμπεράσματα του Κακουργοδικείου εκτείνονται σε άλλες 18 σελίδες. Στην πραγματικότητα λοιπόν, όλα όσα παρέθεσε ενώπιόν μας ο Εφεσείων εν σχέσει με την προωθούμενη και τώρα θέση του ότι έχει ήδη εκδικαστεί στις Βάσεις η υπόθεσή του, είχαν τεθεί ενώπιον του Κακουργοδικείου, το οποίο τα εξέτασε καθηκόντως. Δεν κρίνουμε σκόπιμο να τα επαναλάβουμε λεπτομερώς στην παρούσα, αφού δεν εξυπηρετεί οποιονδήποτε σκοπό, δεδομένου ότι δεν έχουμε τη δικαιοδοσία αναθεώρησης εκείνης της απόφασης στο πλαίσιο της παρούσας έφεσης.

 

        Σε πολύ αδρές γραμμές σημειώνουμε μόνον ότι, ως διαφαίνεται, η υπόθεση είχε προκύψει ως περίπτωση ελεγχόμενης παράδοσης βάσει του Ν.3(I)/95 μετά από ενημέρωση από την Ελληνική Αστυνομία προς τις Κυπριακές Αρχές στις 19.7.22 ότι υπήρχαν ναρκωτικά σε εμπορευματοκιβώτιο που θα έφτανε σε χώρο εντός των Βρετανικών Βάσεων. Οι Κυπριακές Αρχές ενημέρωσαν σχετικά τις Βάσεις, η Αστυνομία των οποίων στις 2.8.22 τα ξημερώματα συνέλαβε τον Εφεσείοντα και κάποιο άλλο πρόσωπο στον συγκεκριμένο χώρο για συνωμοσία και είσοδο σε ξένη περιουσία ενώ την επόμενη μέρα το E.Δ. Λεμεσού βάσει αίτησης της Υ.ΚΑ.Ν, εξέδωσε ένταλμα εναντίον τους για τη διακίνηση των ναρκωτικών, στη βάση του οποίου εντάλματος οι Αρχές των Βάσεων επανασυνέλαβαν τα δύο πιο πάνω πρόσωπα, όταν το παρέλαβαν (τηρουμένης της Offenders Removal and Detention Ordinance 2016). Ακολούθησε αίτημα της Δημοκρατίας για παράδοση των δύο συλληφθέντων, εν συνεχεία υπήρξε απόρριψή του από δικαστήριο των Βάσεων και τέλος αλληλογραφία μεταξύ των εμπλεκομένων Αρχών χωρίς όμως θετικό αποτέλεσμα. Τα ναρκωτικά, που είχαν αρχικά στην Ελλάδα αντικατασταθεί με ομοιώματα, έφτασαν στην κατοχή των Αρχών της Δημοκρατίας ενώ άλλα τεκμήρια που είχαν προκύψει κατά την αρχική σύλληψη των δύο πιο πάνω προσώπων παρέμειναν στην κατοχή των Βάσεων, οι οποίες προχώρησαν δικαστικώς μόνο για τα αδικήματα της συνωμοσίας και της παράνομης εισόδου, δηλαδή χωρίς κατηγορίες για ναρκωτικά. Ο Εφεσείων και το άλλο πρόσωπο τιμωρήθηκαν από δικαστήριο των Βάσεων με χρηματικές ποινές στις 20.2.23.

 

        Διατηρώντας τη θέση της ότι είχε δικαιοδοσία, η Δημοκρατία καταχώρισε σε σχέση με τα ναρκωτικά στις 8.5.23 αρχικά την υπόθεση 8621/23, της οποίας όμως εν τέλει δεν προχώρησε η παραπομπή αφού μόνον ο Εφεσείων μετά την απουσία του κατά την πρώτη δικάσιμο, είχε εντοπιστεί και συλληφθεί στις 15.6.23, οπότε ανεστάλη. Έτσι καταχωρίστηκε στις 30.6.23 η μεταγενέστερη υπό κρίση υπόθεση 9042/23 μόνον εναντίον του Εφεσείοντος, ο οποίος και παραπέμφθηκε ενώπιον Κακουργοδικείου με πρώτη εμφάνιση στις 4.9.23.

 

        Όπως έχει ήδη διαφανεί δεν θα μας απασχολήσουν τα όσα προβάλλει ο Εφεσείων για ζητήματα που ήδη έχει θέσει ενώπιον του Κακουργοδικείου και τα οποία εν πάση περιπτώσει δεν αφορούν την παρούσα έφεσή του η οποία στρέφεται εναντίον συγκεκριμένης διαταγής κράτησής του. Για ό,τι ενδιαφέρει στην παρούσα προσθέτουμε όμως πως η αρχική αιτιολογημένη διαταγή κράτησης από το Κακουργοδικείο εκδόθηκε στις 5.9.23, στη βάση του κινδύνου φυγοδικίας. Όπως και ο ίδιος ο Εφεσείων αναφέρει αλλά και σε μεταγενέστερη ενδιάμεση απόφαση καταγράφεται, εναντίον της αρχικής εκείνης απόφασης είχε καταχωριστεί έφεση η οποία όμως απεσύρθη. Ακολούθησαν και άλλες διαταγές κράτησης, χωρίς ένσταση από τον Εφεσείοντα.

 

        Το δεύτερο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι μετά την απαγγελία της απόφασης του Κακουργοδικείου στις 22.3.24 επί της γραπτής αίτησης και τον ορισμό της υπόθεσης για ακρόαση για τις 27.5.24, ο Εφεσείων απέλυσε τους μέχρι τότε δικηγόρους του και προχώρησε αυτοπροσώπως στην υποβολή ένστασης εν σχέσει με την παράταση της προφυλάκισής του. Το Κακουργοδικείο με δεύτερη αιτιολογημένη απόφασή του ημερ. 22.3.24, ενέκρινε την κράτηση, αναφερόμενο στις υποθέσεις Μαυρομιχάλης κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 165/20 κ.ά., ημερ. 22.10.20 και D.R.M. v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 138/23, ημερ. 30.6.23, ECLI:CY:AD:2023:B233, και τονίζοντας την πάγια αρχή ότι μετά από την πρώτη διαταγή για κράτηση το Δικαστήριο εξετάζει το θέμα της περαιτέρω κράτησης όχι εξ υπαρχής αλλά μόνο με αναφορά σε οποιαδήποτε νέα δεδομένα ήθελαν προκύψει και τα οποία ενδεχομένως να διαφοροποιούν την κρίση του επί του θέματος της κράτησης και όχι με αναφορά σε δεδομένα τα οποία υφίσταντο εξαρχής (βλ. και Δημητρίου κ.ά. v. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 416). Ουσιαστικά δηλαδή είχε κρίνει πως δεν υπήρχε οποιοδήποτε νέο δεδομένο που θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την κρίση του επί του θέματος της κράτησης. Εναντίον αυτής της απόφασης δεν καταχωρίστηκε οποιαδήποτε έφεση.

 

        Αυτό μας φέρνει στην κρινόμενη με την έφεση μεταγενέστερη διαταγή κράτησης ημερ. 27.5.24. Σε αυτή τη δικάσιμο ο Εφεσείων εκπροσωπείτο πλέον από τον νέο του συνήγορο υπεράσπισης. Το Κακουργοδικείο φάνηκε έτοιμο να προχωρήσει με την ακρόαση της υπόθεσης πλην όμως εκ μέρους του Εφεσείοντος υπεβλήθη αίτημα αναβολής επί τω ότι αφενός στις Βάσεις εκκρεμούσε μια έφεση για την άρνηση του δικαστηρίου εκεί να παραδώσει τεκμήρια στη Δημοκρατία και αφετέρου επειδή υπήρχε ακόμα προβληματισμός για την πιθανότητα έγερσης κάποιων προδικαστικών ενστάσεων ενώπιον του Κακουργοδικείου, θέμα για το οποίο η Υπεράσπιση θα αποφάσιζε αναλόγως της εξέλιξης του θέματος των τεκμηρίων στις Βάσεις. Μάλιστα ζητήθηκε όπως δοθεί και συγκεκριμένος χρόνος 40 ημερών μέχρι την επόμενη δικάσιμο.

 

        Η Κατηγορούσα Αρχή δεν ήγειρε ένσταση στο αίτημα αναβολής και ξεκαθάρισε τη θέση της ότι η πορεία της υπόθεσης στο Κακουργοδικείο δεν επηρεάζετο από την έκβαση της δευτεροβάθμιας διαδικασίας στις Βάσεις σε σχέση με την παράδοση των τεκμηρίων στη Δημοκρατία. Αυτό διότι, όπως διευκρινίστηκε και ενώπιόν μας, πρόθεση είναι όπως κατά την ακρόαση στο Κακουργοδικείο κληθεί ως μάρτυρας το πρόσωπο το οποίο έχει τη φύλαξή τους για να τα καταθέσει. Για ό,τι ακολούθησε, τα διαμειφθέντα ομιλούν αφ' εαυτών και έχουν ως ακολούθως:

 

«κα Καραολίδου: Θα ζητήσω όπως ο Κατηγορούμενος παραμείνει υπό κράτηση, για όλους τους λόγους που έχουν αναφερθεί σε προηγούμενο στάδιο και δεν έχουν διαφοροποιηθεί μέχρι σήμερα.

 

κ. Παφίτης: Δεν υπάρχει ένσταση.

 

Δικαστήριο: Ενόψει του ότι δεν τίθενται νέα δεδομένα που να δικαιολογούν τη διαφοροποίηση της απόφασης του Δικαστηρίου για κράτηση του Κατηγορούμενου για σκοπούς διασφάλισης της παρουσίας του στο Δικαστήριο, το μόνο στοιχείο το οποίο απομένει να εξεταστεί αφορά την επιμήκυνση του χρόνου κράτησης του Κατηγορούμενου. Λαμβάνουμε υπόψη τον χρόνο που μεσολαβεί μέχρι την επόμενη ορισθείσα δικάσιμο, αλλά και τον συνολικό χρόνο κράτησης και κρίνουμε ότι αυτός δεν είναι υπερβολικός υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης και ως εκ των προαναφερόμενων, ο Κατηγορούμενος θα παραμείνει υπό κράτηση μέχρι την επόμενη ορισθείσα δικάσιμο».

 

        Εν πρώτοις λοιπόν, καθίσταται εμφανές από τα πιο πάνω πως και σε αυτή τη δικάσιμο όχι μόνον δεν τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου οποιοδήποτε στοιχείο που δυνητικά θα μπορούσε να λειτουργήσει ως νέο διαφοροποιητικό γεγονός αλλά δεν υπήρχε και ένσταση στην κράτηση. Είναι ασφαλώς θέμα λογικής πως εάν υπήρχε κάποιο νέο διαφοροποιητικό στοιχείο αυτό θα ετίθετο στο πλαίσιο σχετικής ένστασης εκ μέρους της Υπεράσπισης. Διαβλέπουμε ως προς αυτό το σημείο (της μη ύπαρξης ένστασης) χαρακτηριστικές ομοιότητες με την υπόθεση Μιχαηλίδης v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 306, υπό την έννοια ότι και εκεί δεν υπήρξε ένσταση ακριβώς λόγω μη διαφοροποίησης στα υφιστάμενα δεδομένα, οπότε η έφεση απερρίφθη.

 

        Συνάγεται λοιπόν, όπως και στην υπόθεση Kalfat κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 125/20, ημερ. 8.10.20, ότι το μόνο ζήτημα το οποίο καλείτο να αποτιμήσει το Κακουργοδικείο στο πλαίσιο της άσκησης της κρίσης του για την παράταση ήταν το θέμα της επιμήκυνσης του χρόνου κράτησης, πράγμα το οποίο και καθηκόντως έπραξε. Αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι, υπό τις περιστάσεις της παρούσας, η μη ύπαρξη ένστασης κάλυπτε και αυτό το θέμα, ήτοι της επιμήκυνσης του χρόνου, δεδομένου ότι όχι μόνο ζητήθηκε η αναβολή της ακρόασης αλλά υπήρξε και εισήγηση όπως μεσολαβεί χρόνος 40 ημερών. Ουσιαστικά η αναβολή είχε εγκριθεί προς ικανοποίηση αιτήματος του Εφεσείοντος περί παραχώρησης χρόνου προς διευκόλυνση της υπεράσπισής του. Κανένας από τους υπόλοιπους παράγοντες της δίκης δεν φαίνεται να είχε θέμα ή πρόβλημα με την έναρξη της ακρόασης. Το Κακουργοδικείο συνεκτιμώντας ορθώς και δείχνοντας την απαραίτητη κατανόηση και ευαισθησία φρόντισε όπως πράγματι μεσολαβεί ο ζητηθείς χρόνος μέχρι την ακρόαση, όπως ήταν και η εισήγηση της Υπεράσπισης.

 

        Δεν παραγνωρίζουμε ότι στις 27.5.24 είχαν συμπληρωθεί έντεκα μήνες κράτησης του Εφεσείοντος στο πλαίσιο της συγκεκριμένης υπόθεσης και μάλιστα χωρίς να έχει ξεκινήσει η ακρόαση. Από την άλλη όμως σημειώνουμε αφενός την ετοιμότητα του Κακουργοδικείου να προχωρήσει, κάτι το οποίο είμαστε βέβαιοι ότι θα γίνει, εκτός απροόπτου, κατά την επόμενη δικάσιμο και αφετέρου ότι εδώ η μακρότητα του χρόνου αναβολής σχετίζετο με τους λόγους του αιτήματος αναβολής και όχι με το πρόγραμμα του Δικαστηρίου, πράγμα που διακρίνει την παρούσα από την υπόθεση Ψύλλας v. Δημοκρατίας (Αρ. 3) (2002) 2 Α.Α.Δ. 388.

 

        Επειδή δε ο Εφεσείων ήγειρε και το ζήτημα της πρώτης σύλληψής του τον Αύγουστο του 2022 και την 4μηνη κράτησή του στις Βάσεις οφείλουμε να πούμε ότι όλες αυτές οι ιδιαιτερότητες της υπόθεσης εν σχέσει με το ιστορικό της δεν είναι καθόλου ασύνδετες και με τη σοβαρότητα των κατηγοριών σε συνάρτηση με το μαρτυρικό υλικό. Επ' αυτού η περίπτωση προσομοιάζει με την υπόθεση Σταυρινού v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 255/17, ημερ. 13.12.17, ECLI:CY:AD:2017:B458, από την οποία μας εκφράζει πλήρως και υιοθετούμε το ακόλουθο απόσπασμα, όντες βέβαιοι ότι και εδώ θα ακολουθηθεί παρόμοια πορεία:

 

«Ο χρόνος που παρήλθε είναι σημαντικός και μας έχει προβληματίσει όλως ιδιαιτέρως. Λαμβάνοντας όμως υπ' όψιν τη δέσμευση και τον προγραμματισμό του Κακουργοδικείου να δώσει προτεραιότητα, όπως πράγματι οφείλει και αναμένεται να πράξει και μη διαπιστώνοντας, γενικότερα, σφάλμα στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, δεν θεωρούμε ότι υπάρχει περιθώριο εφετειακής παρέμβασης».

 

       Στη βάση όλων των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται.

 

 

 

                                                                               Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.

 

 

                                                                               Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

                                                                               Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο